Του Δημήτρη Ρομποτή*
Κάποιοι «υπερευαίσθητοι» εθίχθησαν από το χτεσινό σημείωμα στο οποίο ανεφέρθην στα όχι λίγα ρεντίκολα που έχουν έρθει στη Νέα Υόρκη εξ Ελλάδος εις αναζήτηση κορόιδων. Προφανώς δεν γνωρίζουν «the facts on the ground», όπως εγώ που βλέπω την κατάσταση ιδίοις όμμασι και ακούω τις διάφορες παπαριές με τα ίδια μου τα αυτιά κι’όχι μέσω τρίτων (και μακρύτερων). Εν πάση περιπτώσει, είναι απολύτως λογικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο και δεν πρόκειται για φαινόμενο. Οταν το καράβι βουλιάζη, τα ποντίκια φεύγουν πρώτα κι’αυτό ισχύει με την κρίση στην Ελλάδα. Από την αρχή εμφανίστηκαν και εξακολουθούν να έρχωνται διάφορα αποβράσματα της κοινωνίας και δυστυχώς από ό,τι φαίνεται δεν πρόκειται για εξαίρεση, αλλά για τον κανόνα. Ενοχλεί όμως ιδιαίτερα γιατί εκεί που είχε καθαρίσει κάπως τα τελευταία χρόνια, έχει γεμίσει πάλι τενεκέδες η Αστόρια! Ετσι μού’ρχεται να σταματήσω να πηγαίνω και για καφέ εκεί. Το τί βλέπεις και ακούς σου ανεβάζει την πίεση ακόμα κι’αν είσαι ο πλέον αναίσθητος!
Βέβαια, υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι άνθρωποι που έχουν έρθει από την Ελλάδα, φιλότιμοι, φιλόδοξοι, φιλόπονοι και σώζουν κάπως την εικόνα. Προκαλεί όμως θλιβερή εντύπωση το γεγονός ότι κι’αυτοί διαπνέονται από την «ιδεολογία» του ο σώζων εαυτόν σωθήτω, τους ενδιαφέρει ΜΟΝΟ η πάρτη τους, δεν διαπνέονται από το συλλογικό συναίσθημα ελληνικότητας που, βλακωδώς ίσως, έχουμε εμείς, οι κάπως προγενέστεροι. Ωστόσο, οφείλουμε να τους δώσουμε λίγο χρόνο, να ξεπεραστή το αρχικό σοκ και η περίοδος προσαρμογής και εν συνεχεία να δούμε τα δείγματα γραφής τους. Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψιν ότι και οι συνθήκες έχουν αλλάξει, σήμερα οι δυνατότητες επικοινωνίας έχουν αναπτυχθεί πάρα πολύ, η Ελλάδα δεν είναι τόσο μακρυά, λείπει λιγότερο, χώρια που και η ανάμνηση είναι πιο πρόσφατη. Δεν έχουν δηλαδή τη συναισθηματική ανάγκη να έρθουν σε επαφή με θεσμούς της ομογένειας, να συμμετάσχουν, να βοηθήσουν, να μάθουν παρά μόνο στον βαθμό που θα τους φανούν χρήσιμοι να βρουν κάποιο σπίτι, δουλειά ή να κάνουν γνωριμίες. Κι’αυτό αντιληπτό είναι κι’αναμενόμενο, αλλά λείπει, επαναλαμβάνω, το πνεύμα της συλλογικότητας. Οι μέχρι τώρα ενδείξεις είναι απογοητευτικές αλλά μπορούν να μας διαψεύσουν και οφείλουμε να είμαστε αισιόδοξοι που είναι και της μόδας.
Υπάρχει κι’ο αντίλογος βέβαια, ότι δηλαδή οι θεσμοί της ομογένειας είναι σε τέτοια κατάντια που δεν καθίστανται ελκυστικοί ακόμη και στους απελπισμένους. Αυτό ισχύει ως έναν βαθμό, αλλά περιμένεις ότι η «αγνότητα» του νεοφερμένου, ο ενθουσιασμός του, θα υπερισχύσουν των κυνικών συμπερασμάτων και θα δείξη ένα σχετικό ενδιαφέρον να ασχοληθή και να τους αναμορφώση, όπως κάνανε οι παλιότεροι. Τέτοια τάση δεν διαφαίνεται και δεν είμαι σίγουρος αν θα φανή στο μέλλον. Ο ανθρωπότυπος του Ελληνα έχει αλλάξει, ο κρατισμός τον έχει αποξηράνει κοινωνικά (ανάλογες συμπεριφορές παρατηρούνται στους μετανάστες από πρώην κομμουνιστικές χώρες ή με εν γένει αυταρχικά καθεστώτα: διπρόσωποι, εγωιστές, μονοφαγάδες κι’αδίστακτοι), αφού τον έχει μάθει να περιμένει τα πάντα από κάπου αλλού, δεν ενδιαφέρεται να δημιουργήση δομές, να διαμορφώση τις συνθήκες που οριοθετούν την ποιότητα ζωής του στη βάση πραγματικών προτεραιοτήτων οι οποίες εκφράζονται συλλογικά από ελεύθερους πολίτες.
Μοναδικός τρόπος για τους εν λόγω θεσμούς να τραβήξουν «νέο αίμα» όπως λένε, είναι να γίνουν χρησιμότεροι, να λειτουργήσουν δηλαδή αποτελεσματικότερα ως δίκτυα αποκατάστασης των νεοφερμένων κάτι που δεν συμβαίνει τώρα. Διάφορες εθνικές ομάδες, ανάμεσά τους οι Κορεάτες, προσφέρονται για μελέτη καθότι έχουν δημιουργήσει τέτοια δίκτυα, φτάνοντας μάλιστα σε σημείο να δίνουν δάνεια σε νεοαφιχθέντες επιχειρηματίες εφόσον μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να πείσουν για τη βιωσιμότητα του εγχειρήματος. Αυτά όμως είνα ψιλά γράμματα για ανθρώπους που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα και οι οποίοι μπορούν μόνο να διδάξουν τους άλλους, ποτέ να μάθουν!
Επί του παρόντος η κατάσταση παραμένει σε «κρουζ κοντρόλ» και οι όποιες εξαιρέσεις είναι …εξαιρέσεις, καταδικασμένες στη μοναξιά τους. Το αν θα μπορέσουν κάποια στιγμή να γίνουν κανόνας εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, πολλές φορές αστάθμητους, όπως μια, ου μη γένοιτο, εθνική τραγωδία. Στον ομογενειακό χωροχρόνο, αλλά και στην Ελλάδα, κάτι τέτοιο γίνεται αντιληπτό κυρίως ως απώλεια εθνικού εδάφους. Η οικονομική και εκπαιδευτική, πριν από αυτή, χρεοκοπία της Ελλάδος σε συνδυασμό με την καταβαράθρωση κάθε ποιοτικής στάθμης την τελευταία 20ετία δυστυχώς για τους ομογενείς δεν συνιστούν εθνική τραγωδία. Σε κάθε κακό, «οι πιο Ελληνες από τους Ελληνες» καρτερούν με μακά(β)ρια σιγουριά το χειρότερο ώστε ο «ξεσηκωμός» τους να αξίζη τον κόπο, βρε αδερφέ!
Φτάνω στο συμπέρασμα ότι οι νεοφερμένοι καραγκιόζηδες εξ Ελλάδος μπορεί να είναι τελικά αυτό που μας ταιριάζει. Κάτι σαν «ποιητική δικαιοσύνη» στη στασιμότητα και θεσμικώς κατωχυρομένη μετριότητα που χαρακτηρίζει τη λεγόμενη οργανωμένη ομογένεια η οποία ονειρεύεται μόνο όταν κοιμάται! Και μετά φωνάζει όταν την ξυπνάνε απότομα …
*Ο Δημήτρης Ρομποτής είναι δημοσιογράφος με έδρα τη Νέα Υόρκη.
ΥΓ:
1) Με την υποψηφιότητα Ψινάκη, η παγκόσμια ιστορία δεν θα μιλάη πλέον για Μάχη του Μαραθώνος, αλλά για …Ανδρομάχη του Μαραθώνος!
2) Από τη Φαλακρή Τραγουδίστρια του Ρουμάνου Ιονέσκο, φτάσαμε στην Αξούριστη Τραγουδίστρια των Αυστριακών (Κοντσίτα)! Οταν την είδα νόμιζα ότι είναι πρώην αθλήτρια του στίβου με παρενέργειες από εκτεταμένη χρήση αναβολικών! Καλού κακού πάντως, αποφεύγετε την κατανάλωση αυστριακών προϊόντων …